Ανκόνα

Ανκόνα
(Ancona). Πόλη (98.500 κάτ. το 2001) της ανατολικής Ιταλίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (1.940 τ. χλμ., 447.613 κάτ. το 2001), αλλά και της ευρύτερης περιφέρειας Μάρτσε, στο διαμέρισμα της Κεντρικής Ιταλίας. Είναι χτισμένη στον μυχό ενός κόλπου, στη νότια πλευρά της μεγάλης προεξοχής του όρους Κόνερο. Οικιστές της πόλης υπήρξαν Συρακούσιοι (394 π.Χ.), οι οποίοι έφυγαν από την πατρίδα τους για να σωθούν από την τυραννία του Διονύσου. Η αρχική της ονομασία ήταν Δωρική (οι Συρακούσιοι ήταν Δωριείς). Από τα αρχαία ελληνικά οικοδομήματα σώζονται τα ερείπια του ναού της Ευπλοίας Αφροδίτης. Αργότερα ονομάστηκε Αγκώνα, από τη λέξη αγκών, γιατί είναι χτισμένη σε περιοχή που σχηματίζει ένα είδος αγκώνα, προχωρώντας μέσα στην Αδριατική. Οι Ρωμαίοι επιχείρησαν πολλές φορές να την καταλάβουν, κάτι που τελικά κατάφεραν μόλις τον 1o αι. π.Χ. Η ελληνική αυτή αποικία έγινε ρωμαϊκή, εκατό χρόνια έπειτα από τη ρωμαϊκή κατάκτηση της Ελλάδας. Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση, ο αυτοκράτορας Τραϊανός κατασκεύασε μεγάλο κυματοθραύστη για την προστασία του λιμανιού της. Κατά τη βυζαντινή περίοδο υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες πόλεις του εξαρχάτου της Ιταλίας. Στο δημαρχείο της πόλης, στη μεγάλη αίθουσα, υπάρχει ζωγραφικός πίνακας που εικονίζει τους κατοίκους της Α. να ορκίζονται μπροστά στον αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ Κομνηνό πως θα μείνουν πιστοί στο Βυζάντιο. Μετά την Άλωση κατέφυγαν εκεί πολλοί Έλληνες, κυρίως λόγιοι και έμποροι. Κατά τα μέσα του 16ου αι. υπήρχαν στην πόλη αυτή περίπου 200 ελληνικοί εμπορικοί οίκοι. Το εμπόριο με τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου ήταν τότε ζωηρότατο και η παροικία της Α. από τις πιο ανθηρές. Μετά τον τελευταίο πόλεμο, η οικονομική κίνηση της Α. ενισχύθηκε σοβαρά. Η πόλη διαθέτει εργοστάσια τσιμέντου, φαρμάκων, επίπλων και ναυπηγεία, ενώ είναι οδικός και σιδηροδρομικός κόμβος των παραλίων της Αδριατικής. Αξιόλογο μνημείο στην Ανκόνα είναι ο ναός του Αγίου Κυριακού, του 12ου αι. Ο γοτθικός πυλώνας του ναού έχει προστεθεί αργότερα. Στο εσωτερικό του υπάρχει αξιόλογη ζωγραφική διακόσμηση της εποχής της μεγάλης ακμής της πόλης. Αξιομνημόνευτα είναι τα αγάλματα των αγίων. Άποψη της πόλης και του λιμανιού της Ανκόνα, που είναι το σπουδαιότερο ιταλικό λιμάνι στη μέση Αδριατική.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Κυριακός ο Αγκωνίτης — (Ανκόνα 1391 – Κρεμόνα 1452). Ιταλός περιηγητής και αρχαιολόγος. Νεότατος άρχισε να ταξιδεύει ως έμπορος σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας. Περιηγήθηκε πολλές φορές την Ιταλία και τις ελληνικές περιοχές (από το 1412 έως το 1449), φτάνοντας έως την… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Μάρκε — (Marche). Περιοχή (9.694 τ. χλμ., 1.463.868 κατ.) της κεντρικής Ιταλίας, με πρωτεύουσα την Ανκόνα. Στα Α και ΒΑ βρέχεται από την Αδριατική και ΒΔ συνορεύει με τη Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου, την Εμίλια Ρομάνια και την Τοσκάνη, Δ με την Ούμπρια… …   Dictionary of Greek

  • Φαλκονάρα Μαρίτιμα — (Falconara Marittima). Γεωργικό και τουριστικό κέντρο της Ιταλίας στην επαρχία της Ανκόνας, σε απόσταση 9 χλμ. από την πρωτεύουσα. Είναι χτισμένη σε γραφικότατη τοποθεσία, στις ακτές της Αδριατικής θάλασσας και στα Ν των εκβολών του ποταμού Εζίνο …   Dictionary of Greek

  • Νάος — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • διονύσιος — I Ονομασία ενός μήνα σε πολλές αρχαίες ελληνικές πόλεις. Στη Λοκρίδα αντιστοιχούσε προς τον αττικό Ποσειδεώνα (Δεκέμβριο) και στην Αιτωλία προς τον Μουνυχιώνα (Απρίλιο). II Όνομα τυράννων των Συρακουσών. 1. Δ. Α’ ο πρεσβύτερος (432 – 367 π.Χ.).… …   Dictionary of Greek

  • επιγραφή — Λέξεις ή φράσεις χαραγμένες, γραμμένες, ζωγραφισμένες ή τυπωμένες σε ποικίλα υλικά. Οι αρχαίοι πολιτισμοί άφησαν πολυάριθμες ε. δημόσιου ή ιδιωτικού χαρακτήρα: συνθήκες, ψηφίσματα, απογραφές, καταχωρήσεις πωλήσεων, λογαριασμούς, αναθηματικές ε.,… …   Dictionary of Greek

  • ναός — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • νομισματολογία — Η λέξη νόμισμα παράγεται από τη λέξη νόμος και σημαίνει το νόμιμο, δηλαδή το νόμιμο μέτρο των αξιών. Τα πρώτα νομίσματα κόπηκαν κατά τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. στη Μικρά Ασία, στο βασίλειο της Λυδίας ή στις ελληνικές πόλεις της Ιωνίας. Ο ακριβής… …   Dictionary of Greek

  • Αγκόνα — Πόλη της Ιταλίας. Βλ. λ. Ανκόνα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”